- εἰκαιομυθία
- εἰκαιο-μῡθία, ἡ,A random talking, Id.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
εἰκαιομυθία — εἰκαιομυθίᾱ , εἰκαιομυθία random talking fem nom/voc/acc dual εἰκαιομυθίᾱ , εἰκαιομυθία random talking fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εικαιομυθία — εἰκαιομυθία, η (Α) η εικαιολογία … Dictionary of Greek
εἰκαιομυθίας — εἰκαιομυθίᾱς , εἰκαιομυθία random talking fem acc pl εἰκαιομυθίᾱς , εἰκαιομυθία random talking fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰκαιομυθίαν — εἰκαιομυθίᾱν , εἰκαιομυθία random talking fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰκαιομυθίαις — εἰκαιομυθία random talking fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)